Frequently Asked Questions
Κάθε δόντι αποτελείται από δύο μέρη; τη μύλη, που φαίνεται μέσα στο στόμα και τη ρίζα ή τις ρίζες, οι οποίες βρίσκονται μέσα στις γνάθους, κάτω από τα ούλα. Η μύλη του δοντιού καλύπτεται εξωτερικά από την αδαμαντίνη ουσία (σμάλτο του δοντιού), η οποία είναι ένας πολύ σκληρός και ανθεκτικός ιστός, ενώ κάτω από αυτήν υπάρχει η οδοντίνη ουσία, η οποία έχει μικρότερη σκληρότητα και ανθεκτικότητα.
Στο κέντρο του δοντιού υπάρχει μία κοιλότητα, η οποία εκτείνεται από τη μύλη μέχρι το άκρο της ρίζας του και περιέχει τον πολφό (πολφική κοιλότητα). Ο πολφός του δοντιού είναι μαλακός ιστός και περιέχει πάρα πολύ μεγάλο αριθμό νεύρων γι΄ αυτό και είναι γνωστός στο ευρύ κοινό σαν “νεύρο του δοντιού”
Η κυριότερη αιτία βλάβης του πολφού είναι η μόλυνσή του από μικρόβια του στόματος τα οποία εισβάλλουν σε αυτόν από την τερηδόνα (χάλασμα του δοντιού), από το χώρο που αφήνουν σφραγίσματα που δεν εφαρμόζουν καλά στο δόντι, από σπάσιμο της αδαμαντίνης, ή και της οδοντίνης μετά από τραυματική βλάβη των δοντιών κ.α. Το αποτέλεσμα θα είναι η πρόκληση πόνου και η παρουσία φλεγμονής πρώτα στο πολφό (νεύρο) και στη συνέχεια στο οστό που περιβάλλει τις ρίζες του δοντιού (περιακρορριζικούς ιστούς).
Όχι πάντα. Συνήθως όμως υπάρχει ενόχληση, που μπορεί να ποικίλλει από ήπιο μέχρι πολύ ισχυρό ή/και αφόρητο πόνο, ευαισθησία στο ζεστό ή κρύο, πόνο στο δάγκωμα ή στο άγγιγμα του δοντιού ή πρήξιμο των ούλων γύρω από το δόντι. Σε μερικές περιπτώσεις, όμως, μπορεί να μην υπάρχουν καθόλου συμπτώματα. Γι΄ αυτό το λόγο μη περιμένετε να σας πιάσει πονόδοντος για να επισκεφθείτε τον οδοντίατρό σας.
Αν η βλάβη είναι μη αντιστρεπτή ασφαλώς ναι. Αυτό γιατί οι τοξίνες που παράγονται από το μολυσμένο πολφό μπορούν να περάσουν μέσα από το άκρο της ρίζας έξω από το δόντι στους περιακρορριζικούς ιστούς και να προκαλέσουν και εκεί φλεγμονή και απόστημα.
Δυστυχώς το δόντι δεν μπορεί να θεραπευτεί από μόνο του. Χωρίς θεραπεία το δόντι και οι περιακρορριζικοί ιστοί συνεχίζουν να καταστρέφονται και ο πόνος συνήθως χειροτερεύει. Όταν η καταστροφή του δοντιού γίνει μεγάλη, η μόνη λύση θα είναι η εξαγωγή του.
Η απάντηση είναι, όχι. Και αυτό επειδή, όταν υπάρχει νέκρωση του πολφού, δεν υπάρχει κυκλοφορία του αίματος μέσα στη πολφική κοιλότητα με άμεσο αποτέλεσμα να μην μπορεί να φθάσει το αντιβιοτικό φάρμακο και να εξολοθρεύσει τα μικρόβια, τα οποία ζούν και αναπτύσσονται μέσα εκεί. Αντιβιοτικά φάρμακα χορηγούνται επιβοηθητικά από τους οδοντίατρους, μόνο όταν χρειάζεται να αντιμετωπισθεί μια οξεία φλεγμονή (απόστημα) μέσα στις γνάθους. Επειδή όμως οι ασθενείς δεν μπορούν να κάνουν σωστή διάγνωση του πόνου ή/και της φλεγμονής στη στοματική κοιλότητα είναι απαραίτητη η επίσκεψη στον οδοντίατρο ο οποίος θα αντιμετωπίσει τον πόνο του ασθενή και χωρίς τη χορήγηση αντιβιοτικών φαρμάκων. Φυσικά μετά την πάροδο τον οξέων συμπτωμάτων χρειάζεται να ολοκληρωθεί η ενδοδοντική θεραπεία προκειμένου να διατηρηθεί το δόντι στο στόμα.
Με την ενδοδοντική θεραπεία διατηρείται το φυσικό δόντι στο στόμα, ενώ με την εξαγωγή το δόντι χάνεται και η απώλειά του θα πρέπει να αποκατασταθεί με κάποια προσθετική εργασία π.χ. γέφυρα, εμφύτευμα κ.α., κάτι που προϋποθέτει μεγαλύτερη ταλαιπωρία αλλά και κόστος για τον ασθενή. Πρέπει να τονισθεί ιδιαίτερα ότι καμιά προσθετική εργασία δεν μπορεί να αντικαταστήσει πλήρως το φυσικό δόντι.
Οι οδοντίατροι εκπαιδεύονται με σκοπό την συστηματική και αποτελεσματική εργασία. Έτσι η έννοια της “αλλαγής του φαρμάκου” δεν ευσταθεί σήμερα. Ο αριθμός των επισκέψεων εξαρτάται από τη σοβαρότητα του προβλήματος και την πολυπλοκότητα της περίπτωσης. Συνήθως μία, δύο ή και τρεις επισκέψεις είναι αρκετές, για να ολοκληρωθεί η ενδοδοντική θεραπεία.
Ασφαλώς ναι. Κάθε ασθενής, που θέλει να σώσει το δόντι του, το οποίο πάσχει από πολφική ή και περιακρορριζική βλάβη, μπορεί να κάνει θεραπεία. Συνήθως, δεν υπάρχει περιορισμός όσον αφορά την ηλικία ή την γενική κατάσταση υγείας του ασθενή. Ο κυριότερος περιορισμός είναι όταν η μύλη του δοντιού είναι πολύ κατεστραμμένη και δεν είναι εφικτό το σφράγισμα μετά τη θεραπεία (ανασύσταση), ή όταν υπάρχει κάταγμα στη ρίζα του ή όταν δεν στηρίζεται ικανοποιητικά η ρίζα από τα ούλα και το οστό.
Ασφαλώς ναι. Η ανάγκη διατήρησης των νεογιλών ή και των μονίμων δοντιών στο στόμα είναι ακόμα μεγαλύτερη στα παιδιά λόγω του νεαρού της ηλικίας τους αλλά και της ανάπτυξης του στοματογναθικού συστήματος. Η θεραπεία γίνεται όπως στους ενήλικες.
Όχι γιατί μπορεί να γίνει τοπική αναισθησία σε κάθε στάδιο της θεραπείας.
Η θεραπεία που εφαρμόζεται είναι κατά κανόνα ανώδυνη. Λίγες όμως φορές είναι δυνατόν να παρουσιαστούν ορισμένα ενοχλήματα στο διάστημα μεταξύ των επισκέψεων. Αυτά οφείλονται είτε σε μόλυνση από μικρόβια που προϋπήρχαν, είτε στους χειρισμούς κατά τη διάρκεια καθαρισμού του εσωτερικού του δοντιού. Ο γιατρός σας θα σας δώσει οδηγίες και θα σας χορηγήσει πιθανά την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή για την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων αυτών.
Μεταξύ των επισκέψεων, κατά τη διάρκεια της θεραπείας, το δόντι σας είναι σφραγισμένο με προσωρινό υλικό. Γι αυτό το λόγο αποφεύγετε τη μάσηση στη πλευρά του δοντιού αυτού. Εάν παρατηρήσετε όμως απώλεια του προσωρινού σφραγίσματος πρέπει να επανέλθετε το συντομότερο στο ιατρείο για να μην επιμολυνθεί το δόντι σας από τα μικρόβια του στόματος .
Στο τέλος της ενδοδοντικής θεραπείας το δόντι σφραγίζεται στη μύλη με προσωρινό υλικό. Αμέσως μετά, θα πρέπει να ακολουθήσει η μόνιμη αποκατάσταση του δοντιού με σφράγισμα ή ανασύσταση ή και στεφάνη. Πρέπει να σημειωθεί δε ότι το ενδοδοντικά θεραπευμένο δόντι μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν στήριγμα μίας προσθετικής εργασίας.
Ασφαλώς ναι. Το δόντι δεν θα εμφανίζει καθόλου συμπτώματα και θα λειτουργεί στο στόμα σαν τα υγιή δόντια. Απαραίτητη, βέβαια προϋπόθεση είναι η σωστή αποκατάσταση του δοντιού, που το προφυλάσσει από κάταγμα.
Το δόντι σας είναι πιθανό να εμφανίζει κάποια ευαισθησία για μερικές ημέρες μετά το τέλος της θεραπείας, ιδιαίτερα όταν έρχεται σε επαφή με τα δόντια της άλλης γνάθου. Στην περίπτωση αυτή τηρήστε τις ακόλουθες οδηγίες:
1. Κάνετε πλύσεις του στόματος και μπουκώματα με χλιαρό προς το ζεστό χαμομήλι για 3-4 ημέρες. Αυτό θα διαρκεί περίπου 10 λεπτά και θα επαναλαμβάνεται κάθε 1-2 ώρες.
2. Αν χρειάζεται, πάρτε τα παυσίπονα που σας έχουν δοθεί για 3-4 ημέρες.
3. Μη χρησιμοποιείτε την περιοχή αυτή για μάσηση μέχρι να εξαλειφθεί τελείως η ευαισθησία αυτή.
Το ποσοστό επιτυχίας της θεραπείας είναι πολύ υψηλό και αγγίζει περίπου το 90-95% των περιπτώσεων όπου η φλεγμονή βρίσκεται στα αρχικά της στάδια. Θα πρέπει να τονιστεί όμως, ότι σε περίπλοκες καταστάσεις το ποσοστό αυτό μπορεί να είναι λίγο μικρότερο (75-80%).
Όσα και ένα υγιές. Γιατί με τη σωστή ενδοδοντική θεραπεία απομακρύνονται τα μικρόβια και τα τοξικά προϊόντα από το εσωτερικό του δοντιού με αποτέλεσμα την αποκατάσταση των φλεγμονών στους περιακρορριζικούς ιστούς. Επίσης η σωστή ανασύσταση της μύλης του δοντιού βοηθάει στην αποκατάσταση της μασητικής λειτουργίας του.
Ανάλογα με την αιτία της αποτυχίας μπορεί να γίνει επανάληψη της θεραπείας ή μια ειδική χειρουργική επέμβαση, που λέγεται ακρορριζεκτομή. Σε ελάχιστες περιπτώσεις δεν είναι εφικτή περαιτέρω θεραπεία και το δόντι πρέπει να εξαχθεί.
Μερικές φορές είναι πιθανή η μόλυνση του ριζικού σωλήνα των ενδοδοντικά θεραπευμένων δοντιών χωρίς την εμφάνιση πόνου. Αυτό μπορεί να οφείλεται σε ατελή ενδοδοντική θεραπεία, σε επανατερηδονισμό του δοντιού, σε απώλεια του σφραγίσματος κλπ. Στις περιπτώσεις αυτές είναι απαραίτητη η επανάληψη της θεραπείας πριν την μόνιμη αποκατάσταση της μύλης του δοντιού.
Η συνήθης αιτία της χρόνιας περιακρορριζικής βλάβης (κύστης) είναι τα μικρόβια που υπάρχουν μέσα στην πολφική κοιλότητα του δοντιού. Με τη σωστή ενδοδοντική θεραπεία αντιμετωπίζεται το αίτιο του προβλήματος με αποτέλεσμα, η κύστη συχνά να θεραπεύεται και να εξαφανίζεται. Στην περίπτωση δε που το πρόβλημα παραμένει, γίνεται χειρουργική αφαίρεση της κύστης και το δόντι διατηρείται στο στόμα.
Σε πολλές περιπτώσεις είναι απαραίτητη η κλινική και η ακτινογραφική παρακολούθηση του ενδοδοντικά θεραπευμένου δοντιού για χρονικό διάστημα 1 έτους ή και περισσότερο, ιδιαίτερα, όταν υπάρχει απορρόφηση του οστού κάτω από τη ρίζα του δοντιού λόγω φλεγμονής. Αυτό συμβαίνει, επειδή η ανάπλαση του οστού απαιτεί μεγάλο χρονικό διάστημα.
Στα δόντια με φλεγμονή ή νέκρωση του πολφού ασφαλώς ναι. Στα δόντια με υγιή πολφό η ενδοδοντική θεραπεία συνήθως δεν είναι απαραίτητη. Κατά τον τροχισμό όμως ορισμένων δοντιών με κλίση για υποδοχή προσθετικής εργασίας, απομακρύνεται η αδαμαντίνη και μεγάλο μέρος της οδοντίνης και είναι πιθανό μικρόβια να εισβάλλουν στον πολφό και να προκαλέσουν μελλοντικά φλεγμονή. Γι αυτό, μερικές φορές, γίνεται σκόπιμη ενδοδοντική θεραπεία ορισμένων δοντιών πριν την τοποθέτηση της προσθετικής εργασίας.
Όλοι οι πτυχιούχοι οδοντίατροι έχουν εκπαιδευθεί στην εκτέλεση ενδοδοντικής θεραπείας. Υπάρχουν όμως και ειδικοί οδοντίατροι που λέγονται ενδοδοντολόγοι και οι οποίοι έχουν μετεκπαιδευτεί ώστε να αντιμετωπίζουν με επιτυχία όχι μόνο τις συνήθεις αλλά, κυρίως, τις περίπλοκες και δύσκολες περιπτώσεις της ενδοδοντικής θεραπείας. Ο οδοντίατρός σας θα κρίνει εάν η περίπτωσή σας χρειάζεται ειδική αντιμετώπιση ή όχι.